nCoV
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- nCoV < αγγλική novel + CoV (CoronaVirus)
Συντομομορφή
[επεξεργασία]nCoV συντομογραφία
- (βιολογία, επιδημιολογία, κορονοϊός) νέος, καινοφανής κορονοϊός
nCoV συντομογραφία