natuur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αφρικάανς (af)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]natuur (af)
- η φύση
Κάτω σαξονικά (nds)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]natuur (nds)
- η φύση
Ολλανδικά (nl)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]natuur (nl)
- η φύση