navigable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- navigable < λατινική navigabilis
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /na.vi.ɡabl/
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
navigable | navigables |
navigable (fr) αρσενικό ή θηλυκό