offal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]offal (en)
- απορρίμματα, σκουπίδια
- τα εντόσθια ενός σφαγμένου ζώου
Σημειώσεις
[επεξεργασία]συνήθως ομόηχο με το awful
Δείτε επίσης : awful |
offal (en)
συνήθως ομόηχο με το awful