oligopole

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
oligopole oligopoles

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

oligopole (fr) αρσενικό