opposable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία fr

[επεξεργασία]
opposable < opposer + -able

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
opposable opposables

opposable (fr) αρσενικό ή θηλυκό