orando
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Γερούνδιο
[επεξεργασία]orando (la)
- δοτική και αφαιρετική γερούνδιου του oro
Κλιτικός τύπος γερουνδιακού
[επεξεργασία]orando (la)
- δοτική και αφαιρετική ενικού του orandus