palatable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός palatable
συγκριτικός more palatable
υπερθετικός most palatable

Ετυμολογία [επεξεργασία]

palatable < palate + -able

Επίθετο[επεξεργασία]

palatable (en)

  1. εύγευστος
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη delicious
  2. (μεταφορικά) αποδεκτός, ανεκτός