paranoïaque
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- paranoïaque < paranoïa < αρχαία ελληνική παράνοια
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pa.ʁa.nɔ.jak/
Επίθετο
[επεξεργασία]paranoïaque (fr)