perlouse
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
perlouse | perlouses |
perlouse (fr) θηλυκό
- (αργκό) το μαργαριτάρι
ενικός | πληθυντικός |
perlouse | perlouses |
perlouse (fr) θηλυκό