phoniatrie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

phoniatrie (fr) θηλυκό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • phoniatrie στη γαλλική Βικιπαίδεια Λήμμα στη γαλλική Βικιπαίδεια