potion
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]potion (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]potion (fr) θηλυκό
- φίλτρο (παρασκεύασμα)
potion (en)
potion (fr) θηλυκό