powerboat
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
powerboat | powerboats |
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈpaʊə(ɹ)ˌbəʊt/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]powerboat (en)
- (ναυτικός όρος) σκάφος μικρού μεγέθους, με εσωλέμβιες ή εξωλέμβιες μηχανές μεγάλης ιπποδύναμης, που αναπτύσσει πολύ υψηλές ταχύτητες στο νερό (λ.χ. 80, 100, ή και περισσότερα ακόμα, μίλια ανά ώρα)
Υπερώνυμα
[επεξεργασία]Υπώνυμα
[επεξεργασία]Παράγωγα
[επεξεργασία]Σημειώσεις
[επεξεργασία]- μπορεί να αποδοθεί ως ταχύπλοο, μολονότι στην ευρύτερη κατηγορία των ταχύπλοων συμπεριλαμβονται και σκάφη με μικρότερες τελικές ταχύτητες