prezo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
prezo < prez- + -o

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

prezo (eo)

la prezoj multe kreskis - οι τιμές αυξήθηκαν πολύ