profondimètre
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
profondimètre | profondimètres |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]profondimètre (fr) αρσενικό
- το βαθύμετρο
ενικός | πληθυντικός |
profondimètre | profondimètres |
profondimètre (fr) αρσενικό