ptaszek

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

ptaszek < υποκοριστικό από το ptak

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ptaszek (pl) αρσενικό