pyrotechnique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pi.ʁɔ.tɛk.nik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
pyrotechnique pyrotechniques

pyrotechnique (fr) αρσενικό ή θηλυκό