quai

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : // ή
ΔΦΑ : /ke/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
quai quais

quai (fr) αρσενικό