radiographique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ʁa.djɔ.ɡʁa.fik/
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
radiographique | radiographiques |
radiographique (fr) αρσενικό ή θηλυκό