reflection

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
reflection reflections

reflection (en)

  1. (φυσική) η ανάκλαση
  2. (φυσική) ο αντικατοπτρισμός
  3. η σκέψη, ο στοχασμός