response

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

response (en)

  1. η απάντηση, απόκριση
  2. (δίκτυο υπολογιστών) απόκριση
    ※  The messages sent by the client, usually a Web browser, are called requests and the messages sent by the server as an answer are called responses [1]
    Τα μηνύματα που αποστέλλονται από τον πελάτη, συνήθως ένα πρόγραμμα περιήγησης στο Web, καλούνται αιτήματα και τα μηνύματα που αποστέλλονται από τον διακομιστή ως απάντηση ονομάζονται αποκρίσεις (Απόδοση: το Βικιλεξικό.)
     αντώνυμα: request
    συντομογραφία: RES [2]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. (αγγλικά) An overview of HTTP. Προσπέλαση 2021-03-20
  2. «απόκριση», «RES» από αναζήτηση «response» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.