riziculture

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
riziculture rizicultures

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

riziculture (fr) θηλυκό