robber

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
robber robbers

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
robber < rob + -er

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

robber (en)