round trip

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
round trip round trips

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
round trip < → δείτε τις λέξεις round και trip

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

round trip (en) (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]