routine
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
routine | routines |
routine (fr) θηλυκό
- η ρουτίνα
Συγγενικά
[επεξεργασία]→ και δείτε τη λέξη route