rythme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
rythme < λείπει η ετυμολογία

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /?/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
rythme rythmes

rythme (fr) αρσενικό