sakatlık

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
sakatlık < sakat (υπερβολή) + -lık

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

sakatlık (tr)