sanguinaire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
sanguinaire sanguinaires

Επίθετο

[επεξεργασία]

sanguinaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό