sanitaire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
sanitaire sanitaires

Επίθετο

[επεξεργασία]

sanitaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό