seek

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας seek
γ΄ ενικό ενεστώτα seeks
αόριστος sought
παθητική μετοχή sought
ενεργητική μετοχή seeking
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

seek < (κληρονομημένο) μέση αγγλική seken

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /siːk/ (ΗΠΑ)

seek (en)