sexisme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
sexisme < sexe, κατά το racisme

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /sɛk.sism/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
sexisme sexismes

sexisme (fr) αρσενικό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • → δείτε τη λέξη sexe