skrzypce

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

skrzypce (pl) μη αρρενοπροσωπικό, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]