soupir

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /su.piʁ/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
soupir soupirs

soupir (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • → δείτε τη λέξη soupirer