south

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: South

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

south (en)

  1. ο νότος
  2. (μεταφορικά) η διεύθυνση προς τα κάτω ή προς κάτι το αρνητικό

Επίθετο

[επεξεργασία]

south (en)

Επίρρημα

[επεξεργασία]

south (en)