south
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]south (en)
- ο νότος
- (μεταφορικά) η διεύθυνση προς τα κάτω ή προς κάτι το αρνητικό
Επίθετο
[επεξεργασία]south (en)
Επίρρημα
[επεξεργασία]south (en)