spaghetti

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

spaghetti (en)



      ενικός         πληθυντικός  
spaghetti spaghettis

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

spaghetti (fr) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
spaghetti < spaghetto < spago

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

spaghetti (it)