statki

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

statki (pl) μη αρρενοπροσωπικό, στον πληθυντικό

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]