superposé

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /sy.pɛʁ.po.ze/

Μετοχή

[επεξεργασία]

superposé (fr) αρσενικό

      ενικός         πληθυντικός  
superposé superposés