symphonique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /sɛ̃.fɔ.nik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
symphonique symphoniques

symphonique (fr) αρσενικό ή θηλυκό