tachygraphie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
tachygraphie tachygraphies

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

tachygraphie (fr) θηλυκό