take place

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας take place
γ΄ ενικό ενεστώτα takes place
αόριστος took place
παθητική μετοχή taken place
ενεργητική μετοχή taking place

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
take place < take + place

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /teɪk pleɪs/ (βρετανικό)
 

take place (en)

  • πραγματοποιούμαι, γίνομαι
    Eva's party birthday party took place at her house. We had a great time!
    Το πάρτι γενεθλίων της Εύας πραγματοποιήθηκε στο σπίτι της. Περάσαμε πολύ ωραία!
    The greatest production of cars takes place in Germany.
    Η μεγαλύτερη παραγωγή αυτοκινήτων γίνεται στη Γερμανία.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη happen
  • take place - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)