tandem

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

tandem (en)

  • μαζίκυκλο, ποδήλατο με δύο ή περισσότερα καθίσματα και πεντάλ

Εκφράσεις

[επεξεργασία]



Επίρρημα

[επεξεργασία]

tandem (la)