température

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: temperature

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /tɑ̃.pe.ʁa.tyʁ/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
température températures

température (fr) θηλυκό