texture

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: texturé

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
texture < λατινική textura

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /tɛks.tyʁ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
texture textures

texture (fr) θηλυκό