toggle switch
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
toggle switch | toggle switches |
toggle switch (en)
- (ηλεκτρονική) ο μοχλοδιακόπτης (δύο ή περισσότερων θέσεων)