toupet

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /tu.pɛ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

toupet (fr) αρσενικό