trufficulture

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
trufficulture trufficultures

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

trufficulture (fr) θηλυκό