ultimatum

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ultimatum (en)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /yl.ti.ma.tɔm/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
ultimatum ultimatums

ultimatum (fr) αρσενικό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]