ultraviolet

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

ultraviolet (en)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • ultraviolet στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. (αγγλικά) ultraviolet light, από pcmag.com. Προσπέλαση 2020-06-24.



Επίθετο

[επεξεργασία]
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό ultraviolet ultraviolets
θηλυκό ultraviolette ultraviolettes

ultraviolet (fr)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ultraviolet (fr)