unification
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]unification (en) (μη μετρήσιμο)
- η ενοποίηση
- ↪ the unification of the two Germanys - η ενοποίηση των δύο Γερμανιών
Πηγές
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]unification (fr) θηλυκό