veilleur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
veilleur veilleurs

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

veilleur (fr) αρσενικό